Sunday, September 23, 2007

Αύγουστος Κορτώ.

"Υπάρχει ομορφιά και στα πιο άσχημα πράγματα, όπως και ασχήμια στα πιο όμορφα"


Η χρήση ψευδωνύμου έχει μια αμυντική διάθεση; Αν ναι, απέναντι σε ποιους;

«Αμυδρώς αμυντική απέναντι σε παλιούς συμμαθητές, αδιάφορους συμφοιτητές με τους οποίους δεν ανταλλάσσουμε παρά τυπικές προσφωνήσεις, όπως: "Καλημέρα συνάδελφε", κι η κριτική ή τα σχόλια των οποίων για τα βιβλία μου δεν θα διέφεραν σε τίποτε από το κουτσομπολιό και μόνο ενόχληση θα μου προκαλούσαν. Από εκεί και πέρα, δεν είμαι και κανένα αντικοινωνικό τέρας. Απλώς πιστεύω ότι το λογοτεχνικό βιβλίο, από οποιονδήποτε κι αν έχει γραφτεί, πρέπει να κρίνεται αμιγώς βάσει της αξίας του, κι όχι λαμβάνοντας υπ'όψιν τα στοιχεία του επαγγέλματος, της ηλικίας, ή και του ίδιου του ονόματός του, που μπορεί να συμπαρασύρει λόγω της φήμης ή της ιδιαιτερότητάς του σε μια άδικη -θετική ή αρνητική δεν έχει σημασία- μεταχείριση. Το ιδεώδες θα ήταν όλα τα βιβλία να κυκλοφορούν ανώνυμα, χωρίς εξώφυλλο, ώστε να κρίνονται με μόνο γνώμονα το ενδιαφέρον που παρουσιάζουν».


Αν τα βιβλία σας δεν είχαν ερωτικό χαρακτήρα θα χρησιμοποιούσατε ψευδώνυμο;

«Ασφαλώς και θα χρησιμοποιούσα, όπως σκοπεύω να κάνω και με τα επόμενα βιβλία μου, που δεν περιστρέφονται γύρω από τον έρωτα τόσο έντονα όσο τα πρώτα τρία. Το ψευδώνυμο είναι τμήμα της στάσης μου απέναντι στη δουλειά του συγγραφέως, όπως τη διασαφήνισα πιο πάνω».


Αληθεύουν όσα λέει για το πρόσωπό σας η εκδότις σας κυρία Μάγδα Κοτζιά (ζείτε στη Θεσσαλονίκη, είστε φοιτητής Ιατρικής, παντρεμένος);

«Η αλήθεια είναι αυτή: είμαι ένας τεταρτοετής (προσεχώς πεμπτοετής) φοιτητής της Ιατρικής, στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο της Θεσσαλονίκης, που είναι και η ιδιαίτερη πατρίδα μου. Γεννήθηκα το 1979 και παντρεύτηκα το 1998».

Στην Βολιβια.

Στη Βολιβία, οι οργανώσεις των Ινδιάνων που έχουν παίξει κεντρικό ρόλο στους αγώνες και τις εξεγέρσεις των τελευταίων χρόνων έχουν τα δικά τους σύμβολα: το όνομα του Τουπάκ Κατάρι ενός από τους ηγέτες της εξέγερσης των αυτοχθόνων Ινδιάνων που σάρωσε το Περού και τη Βολιβία το 1780.

Όταν πέντε αιώνες πριν οι Ισπανοί και Πορτογάλοι κονκιστανδόρες «ανακάλυψαν» την αμερικάνικη ήπειρο ρίχτηκαν στο πιο άγριο πλιάτσικο του «Νέου Κόσμου». Εξαφάνισαν ολόκληρους πολιτισμούς, εκατοντάδες χιλιάδες Ινδιάνοι πέθαναν δουλεύοντας αλυσοδεμένοι στις φυτείες και τα ορυχεία. Τα κενά τα κάλυπταν Μαύροι σκλάβοι.

Η Ισπανική Αυτοκρατορία έχασε τις κτήσεις της στη Λατινική Αμερική στις αρχές του 19ου αιώνα. Οι ιδέες της Γαλλικής Επανάστασης ταξίδεψαν στη Λατινική Αμερική και ενέπνευσαν ανθρώπους σαν τον Σιμόν Μπολιβάρ που οραματίστηκε μια ενιαία δημοκρατία για όλη την περιοχή. Οι αγώνες της ανεξαρτησίας κράτησαν από το 1810 μέχρι το 1825.

Friday, September 21, 2007

Ρασπουτιν.

Ηταν γιος χωρικών από τη Σιβηρία και παρόλο που πήγε σχολείο, παρέμεινε αμόρφωτος σε σημείο που δεν ήξερε ούτε να γράφει.

Οι πνευματικές του αναζητήσεις τον οδήγησαν σε ηλικία 18 ετών σε μοναστήρι όπου μυήθηκε στην διδασκαλία των «Μαστιγουμένων», μια αίρεση που τα μέλη της ονομάζονταν επίσης και πειθαρχούμενοι, κουκουλοφόροι ή δερόμενοι και οι οποίοι μαστιγώνονταν για λόγους μετανοίας ή εξιλέωσης. Διαστρεβλώνοντας τα κηρύγματα της αίρεσης αυτής, ο Ρασπούτιν διατύπωσε δικό του δόγμα, σύμφωνα με το οποίο η σεξουαλική εξάντληση ήταν το καλύτερο μέσο για να φθάσει ο πιστός στην κατάσταση της «θείας αταραξίας», ώστε να βρεθεί πιο κοντά στο θεό.

Έφυγε από το μοναστήρι πριν γίνει μοναχός και επέστρεψε στο χωριό του, όπου παντρεύτηκε το 1889 και απόκτησε τέσσερα παιδιά. Τελικά όμως, εγκατέλειψε το σπίτι και την οικογένειά του το 1901 για να γίνει προσκυνητής και πέρασε μεγάλο διάστημα περιπλανώμενος φτάνοντας μέχρι το Άγιο Όρος και τα Ιεροσόλυμα. Στο διάστημα αυτό, ανακήρυξε τον εαυτό του «άγιο» και ζούσε από τις δωρεές των χωρικών. Στα δύο χρόνια που μεσολάβησαν από τη στιγμή που έφυγε από το Ποκρόφσκογε, κατάφερε να γίνει γνωστός για τις υποτιθέμενες θεραπευτικές του δυνάμεις αλλά και για τη σκανδαλώδη σεξουαλική του συμπεριφορά.

To 1903, ο Ρασπούτιν παρέα με τη φήμη για τις υποτιθέμενες υπερφυσικές ικανότητες του, έφτασε στην Αγία Πετρούπολη. Εκεί, χάρη σε μια μανία που είχε καταλάβει την υψηλή κοινωνία για τον μυστικισμό και τον αποκρυφισμό, κατάφερε να αποκτήσει φανατικούς θαυμαστές σε αριστοκρατικούς κύκλους.

Η πρώτη επαφή του Ρασπούτιν με το αυτοκρατορικό ζεύγος ήταν το φθινόπωρο του 1905, όταν στη Ρωσία διαδραματίζονταν τα γεγονότα της γνωστής εξέγερσης ενάντια στη μοναρχία. Εκτός όμως από τα γεγονότα αυτά, την αυτοκρατορική οικογένεια είχε κλονίσει και η ανακάλυψη ότι ο Αλεξέι Νικολάγεβιτς, ο διάδοχος του θρόνου, ήταν αιμοφιλικός. Ο Ρασπούτιν, κατόρθωσε με αποστάγματα και γιατροσόφια δικής του εφεύρεσης να απαλύνει το πρόβλημα των αιμορραγιών του αγοριού και με το περιστατικό αυτό άρχισε μια δεκαετία κυριαρχίας του στις υποθέσεις της τσαρικής οικογένειας και του κράτους, αφού είχε φροντίσει να πείσει το ανήσυχο ζεύγος ότι η ζωή του παιδιού εξαρτιώταν από τον ίδιο.

Ζώντας στην Πετρούπολη και κηρύσσοντας ότι η σωματική επαφή μαζί του είχε εξαγνιστικά και θεραπευτικά αποτελέσματα, κατάφερε να αποπλανήσει πολλές γυναίκες και ενώ οι αναφορές για τη διαγωγή του έφταναν στον τσάρο Νικόλαο, εκείνος δεν τις πίστευε, ενώ τιμωρούσε με πολιτικούς διωγμούς εκείνους που τις μετέφεραν.

Μέχρι το 1911 η συμπεριφορά του Ρασπούτιν είχε πάρει διαστάσεις σκανδάλου και οι ερωτικές ιστορίες για τον ακόλαστο αυτό «καλόγερο» ήταν στα χείλη όλων. Τελικά, ύστερα από πιέσεις, ο τσάρος εξόρισε τον ευνοούμενό του αλλά κάτω από την επιμονή της τσαρίνας Αλεξάνδρας αναγκάστηκε να ανακαλέσει την απόφασή του λίγους μήνες αργότερα, καθώς δεν ήταν διατεθειμένος να θέσει σε κίνδυνο την ζωή του γιου του ή να δυσαρεστήσει την σύζυγό του που ήταν φανατικά πιστή του Ρασπούτιν, επειδή της έλεγε πως ήταν «αγία» και πως τη βλέπει στα όνειρά του με φωτοστέφανο.

Η δύναμη του τυχοδιώκτη χωρικού έφτασε στο απόγειό της μετά το 1915, όταν ο Νικόλαος έφυγε για το μέτωπο κατά τη διάρκεια του Α' Παγκοσμίου Πολέμου. Πρέπει να σημειωθεί ότι ο τσάρος Νικόλαος ανέλαβε προσωπικά την ηγεσία του στρατού επειδή ο Ρασπούτιν ισχυρίστηκε ότι είδε σε όραμα, ότι σε αντίθετη περίπτωση θα χανόταν ο πόλεμος. Με την απουσία του Νικολάου, η αυτοκράτειρα Αλεξάνδρα διαδραμάτισε έναν πιο ενεργό ρόλο στη διακυβέρνηση και έτσι ο Ρασπούτιν κατάφερε να ασκεί σημαντική επιρροή διορίζοντας και παύοντας το προσωπικό του κράτους κατά τις επιθυμίες του. Η δύναμη αυτή τον έκανε να παραφέρεται και να αναγκάζει νομάρχες, υπουργούς και διευθυντές να εξευτελίζονται κολακεύοντας τον ευνοούμενο της τσαρίνας. Ο ίδιος ο Ρασπούτιν, αν άλλαζε γνώμη για την ικανότητα κάποιου στελέχους, έπειθε την Αλεξάνδρα να τον διώξει λέγοντας απλά ότι «μπήκε ο διάβολος μέσα του» και κολακεύοντας ταυτόχρονα τη δική της αφέλεια λέγοντας ότι «βλέπει το Χριστό να στέκει στο πλάι της».

Saturday, September 15, 2007

Μεσα μεταδοσης της Πληροφοριας.

Η μετάδοση της ψηφιακής πληροφορίας μπορεί να γίνει διαμέσου πολλών ειδών φυσικών μέσων. Σε κάθε περίπτωση, ζητείται ένας τρόπος αναπαράστασης των 0 και 1 με χρήση σημάτων που μπορούν να διαδοθούν μέσα στο μέσο. Διακρίνουμε δύο βασικούς τύπους μέσων μετάδοσης: επίγεια (terrestrial) και εναέρια (aerial).

Στην κατηγορία των επίγειων μέσων περιλαμβάνονται τα μεταλλικά καλώδια (metallic cables) και οι οπτικές ίνες (optical fibers). Τα μεταλλικά καλώδια είναι δύο τύπων: ομοαξονικά (coaxial) και twisted pair (TP). Τα καλώδια του δεύτερου τύπου είναι είτε θωρακισμένα (Shielded twisted pair, STP) είτε αθωράκιστα (Unshielded Twisted Pair, UTP). Τα ψηφία μεταφέρονται μέσα στα μεταλλικά καλώδια με την μορφή ηλεκτρικών παλμών. Λόγω των αντιστάσεων του καλωδίου και των παρεμβολών, το ηλεκτρικό σήμα εξασθενεί κατά τη διάδοση του μέσα στο καλώδιο. Σε γενικές γραμμές, τα ομοαξονικά καλώδια έχουν μικρότερες εξασθενίσεις και μπορούν να επιτύχουν μεγαλύτερες ταχύτητες σε σχέση με τα UTP και τα STP. Όταν χρησιμοποιούνται TP καλώδια για μεταφορά δεδομένων σε μεγάλες αποστάσεις, απαιτούνται σημεία αναγέννησης του ηλεκτρικού σήματος. Τα καλώδια TP και ειδικότερα τα UTP, είναι ευαίσθητα στο θόρυβο και στις ηλεκτρομαγνητικές ακτινοβολίες γειτονικών συσκευών, ενώ έχουν και περισσότερες εκπομπές χαμηλών ραδιοφωνικών συχνοτήτων.

Οι οπτικές ίνες προσφέρουν πολύ μεγαλύτερες ταχύτητες μετάδοσης. Τα bits μεταδίδονται ως διαμορφωμένο φως και όχι ως ηλεκτρικό σήμα. Η αναγέννηση του σήματος στις οπτικές ίνες γίνεται είτε απευθείας είτε με ενδιάμεση μετατροπή του φωτός σε ηλεκτρικό σήμα. Οι επιδόσεις των οπτικών ινών μπορούν να αποδοθούν από το γινόμενο του bit rate τους με τη μέγιστη απόσταση που μπορεί να διανύσει το σήμα χωρίς να απαιτηθεί αναγέννηση. Αυτός ο δείκτης διπλασιάζεται κάθε χρόνο και αυτή τη στιγμή βρίσκεται στα 100 εκατομμύρια Mbps / km.

Οι εναέριες μεταδόσεις διακρίνονται σε δύο τύπους: επιφανείας (surface), όπως οι ραδιοφωνικές, και δορυφορικές (satellite). Και οι δυο τύποι έχουν μεγαλύτερους ρυθμούς εμφάνισης λαθών σε σχέση με τις επίγειες μεταδόσεις. Η δορυφορική μετάδοση παρουσιάζει ένα επιπλέον μειονέκτημα, μια καθυστέρηση μισού περίπου δευτερολέπτου για κάθε πακέτο πληροφορίας που μεταδίδεται.

Monday, September 10, 2007

Τα λογια αυτα.

Τα λόγια αυτά βγήκαν από το στόμα( ενός μαυροφορεμένου αγρότη με πολλή πούδρα στη μάπα του. Αυτή ήταν τουλάχιστον η πρώτη μου εντύπωση. Αμέσως μετά σκέφτηκα ότι πρέπει να φόραγε καλό μέικ-απ γιατί δεν είχε ξεβάψει με τη βροχή. Max Factor ίσως.

Ήταν σχετικά κοντός, πιο κοντός από μένα. Φόραγε ένα μαύρο μακρύ ριχτό – σαν τη Μενεγάκη όταν ήταν έγκυος. Μόνο που η Ελενίτσα δεν φόραγε τη μαύρη κουκούλα που είχε αυτός ο τύπος και που κάλυπτε όλη του την κόμμωση. Προφανώς ήταν άλουστος.

Η φάτσα του ήταν πραγματικά ένα έργο τέχνης. Κάτασπρη σαν το γιαούρτι που μου πάσαρε ο φούρναρης («Είστε complet; με ρώτησαν? του είπα «Ναι,» αλλά το πήρα) και μακρόστενη. Μαύρο κενό στη θέση των ματιών αλλά και στα ρουθούνια. Και πάνω απ' όλα στο στόμα, το οποίο ήταν ένα τεράστιο στραβό άνοιγμα, σαν να χασμουριόταν αγελάδα. Η φάση ήταν πως δεν φαινόταν να υπάρχει τίποτα παραμέσα, ούτε καν ύφασμα. Το άλλο περίεργο ήταν πως δεν είχε φρύδια, γεγονός στο οποίο δεν ήμουν συνηθισμένος. Μια παλιά μου γκόμενα, η Δωροθέα, έλεγε ότι βγάζει τα φρύδια της κάθε φορά που την έπαιρνα τηλέφωνο, αλλά όταν την έβλεπα τα είχε ακόμα. Τελικά, με παράτησε ή με κεράτωσε – μπορεί και τα δύο, δε θυμάμαι.

Το κορυφαίο με τον τυπά ήταν πως κράταγε ένα ματσούκι, από αυτά που κόβουν τα στάχυα το χειμώνα στα χωράφια. Δεν είχα δει ποτέ τέτοιο πράγμα από κοντά. Μόνο σε κάτι παιχνίδια στον υπολογιστή που σου το έβγαζε όταν σου τελείωναν οι σφαίρες για τα άλλα όπλα.

«Θα μου πεις να περάσω ή θα την βγάλουμε στο μπαλκόνι; Άντε και πονάει το πλευρό μου, μ' αυτήν τη ρημάδα την υδρορροή που έχετε,» μου είπε και παρατήρησα πως η φωνή του ήταν πολύ βραχνή και μπάσα.

«Δεν έχω αντίρρηση να περάσεις, αλλά με ποιο δικαίωμα προσβάλλεις την υδρορροή;» του απάντησα, για να μη νομίζει ότι θα με καβαλήσει.

«Ε, τι να σου πω; Αφού ίσα ίσα μ' άντεξε να σκαρφαλώσω.»

«Κάτσε, ρε φίλε. Ανέβηκες από την υδρορροή και σ' άντεξε;»

«Όχι ακριβώς,» μου απάντησε με ένα απολογητικό τόνο στη φωνή του.

Τον προσπέρασα και βγήκα στο μπαλκόνι για να δω αυτό που φοβόμουν. Η υδρορροή από τον τρίτο όροφο και πάνω είχε λυγίσει και είχε πέσει προς τα κάτω, δημιουργώντας περίεργους σχηματισμούς. Ο τρίτος όροφος είναι αυτός πάνω από τον δεύτερο και κάτω από τον τέταρτο. Εκεί έμενε η οικογένεια Καρβούνη, πολύ καλοί άνθρωποι. Είχαν κι ένα αγοράκι, ένα αγγελούδι που το έλεγαν Κωστάκη.

«Κλείσε την πόρτα κι έχει ψόφο έξω,» μου φώναξε ο καλοβαμμένος αγρότης με τα μαύρα.

Τότε συνειδητοποίησα πως πράγματι είχε κρύο και προτίμησα να μπω μέσα που έκανε ζέστη («μέσα θα κάνει Fujitsu», μου είπαν και τους είπα εντάξει). Έκλεισα την πόρτα και έβαλα στη θέση τους τις κουρτίνες. Γύρισα και είδα τον άντρα να έχει κάτσει στο κρεβάτι μου και να έχει γείρει προς τα πίσω.

«Περίμενε δυο λεπτά να σου φέρω κάτι,» του είπα και πετάχτηκα στην κουζίνα. Θυμόμουν πως είχα πάρει κάτι παυσίπονα πριν λίγες μέρες. Τα βρήκα κάτω από μια χαρτοσακούλα των Goody's («Γρήγορα ναι, πρόχειρα όχι», μου είπαν και αμέσως έκανα την παραγγελία μου). Έβαλα νερό από τη βρύση και έριξα ένα από τα χάπια μέσα. Ξαναγύρισα στο δωμάτιό μου όπου ο μαυροφόρος είχε καθίσει πιο άνετα και χάζευε το χώρο.

«Ορίστε,» είπα καθώς του έδινα το ποτήρι.

«Ευχαριστώ. Αν και ήδη νιώθω καλύτερα,» μου απάντησε. «Σιγά σιγά, ξεκίνα να μαζεύεις για να φύγουμε.»

«Να φύγουμε;! Πού να πάμε;», του πέταξα απορημένος.

«Δεν κατάλαβες;» με ρώτησε με ύφος πονηρό.

«Συγγνώμη, αλλά το αστείο παρατράβηξε. Σπας την υδρορροή της πολυκατοικίας, σε βάζω στο σπίτι μου, σου δίνω και παυσίπονο, κι εσύ συνεχίζεις να με δουλεύεις;»

«Δε σε δουλεύω καθόλου. Είσαι ο Γιάννης Γεωργόπουλος και μένεις Αριστείδου 32 στον 5ο όροφο, έτσι δεν είναι;»

«Σωστά όλ' αυτά, αλλά το κόλλημά σου ποιό είναι; Εσύ ποιός είσαι στην τελική;» τον ρώτησα απειλητικά γιατί είχα αρχίσει να τα παίρνω.

«Ο Χάρος είμαι και ήρθα να σε πάρω,» μου αποκρίθηκε φυσικότατα, λες και μου έλεγε ότι είναι ο κύριος Νίκος ο διαχειριστής.

«Ααα, εντάξει τότε… Ο ΧΑΡΟΣ;!!!» Τινάχτηκα από την καρέκλα μου και απομακρύνθηκα από το κρεβάτι. Επιτέλους κατάλαβα τι μου θύμιζε. Αποφάσισα να το παίξω ψύχραιμος, μπας και τον τουμπάρω. Ξανακάθισα στην καρέκλα μου. «Αχά, χαίρομαι που σε γνωρίζω, βρε Χαρούλη – δε νομίζω να σε πειράζει το υποκοριστικό;»

«Μπα, ούτως ή άλλως δε θα τα λέμε για πολύ,» με καθησύχασε (ή τουλάχιστον έτσι νόμιζε).

«Είσαι σίγουρα ο Χάρος;» τον ρώτησα, με μια κρυφή ελπίδα ότι όπου να' ναι θα πεταχτεί από μια γωνιά ο Φερεντίνος.

«Ρε Γιάννη, βλέπεις τα μαύρα ρούχα και το άσπρο πρόσωπο;»

«Τα βλέπω.»

«Είναι Απόκριες;»

«Δεν είναι.»

«Άρα…»

«Ok, σιγουρεύτηκα. Αλλά δεν είναι δυνατόν να ήρθες για μένα. Είμαι σε τρομερά καλή κατάσταση. Ούτε αρρώστιες, ούτε τίποτα,» του εξήγησα, παίρνοντας ένα πειστικό ύφος.

«Sorry αλλά δεν κάνουμε λάθη, απ' όσο μου έχουν πει τουλάχιστον. Ωραίο δωμάτιο πάντως. Ειδικά αυτή η αφίσα από τον Πόλεμο των Άστρων.»

«Ναι, πράγματι. Άσχετα με τι λένε, σαν την πρώτη τριλογία δεν ήταν τίποτα.» Συνειδητοποίησα για άλλη μια φορά την σοβαρότητα της κατάστασης. «Δε θέλω να φύγω,» του είπα με σιγουριά.

«Έλα ρε φίλε τώρα, ήδη έχω σπάσει κάνα-δυο πλευρά στην υδρορροή, μη μου το κάνεις αυτό πρώτη μέρα στη δουλειά.»

«Τώρα που το έφερε η κουβέντα, τι σκατά έκανες στην υδρορροή;»

«Ε, ήμουν από κάτω, είδα τα φώτα και είπα να κάνω μια είσοδο εντυπωσιακή, να έχει… ξέρεις … κάτι,» εξήγησε χτυπώντας τον αντίχειρα στον μέσο του δεξιού του χεριού. «Μετά άρχισα να σκαρφαλώνω, μια βλαμμένη στον δεύτερο μου πέταξε μια λεκάνη με νερό, ένα παιδάκι στον τρίτο μου πέταξε το ποδήλατο του, και πάνω που έφτασα στον πέμπτο έσπασε η υδρορροή. Έκανα ένα σάλτο αλλά προσγειώθηκα πάνω στα κάγκελα. Με λίγη προσπάθεια τα πέρασα και βρέθηκα στο μπαλκόνι.»

«Τόσο καλά. Εγώ δεν κατάλαβα γιατί να έρθεις από την υδρορροή. Δεν μπορούσες να χτυπήσεις το κουδούνι;» απόρησα.

«Έκανα ό,τι έλεγαν οι οδηγίες. Κοτζάμ Χάρος, θα σου χτύπαγα το κουδούνι; Μήπως ήθελες και σοκολατάκια;»

«Φίλε, άκουσε με, είναι αργά,»τον έκοψα.

«Ωραία, θες να φύγουμε;» μου πρότεινε.

«Να πάμε πού;»

«Ε, δεν ξέρεις τώρα; Στον άλλο κόσμο, στα θυμαράκια, εν τόπω χλοερώ, να πεθάνεις τέλος πάντων.»

Σιγά σιγά έμπαινε στο μυαλό μου η υποψία ότι μιλούσε σοβαρά. Όσο το συνειδητοποιούσα, τόσο περισσότερο τρόμο ένιωθα. Ήταν απίστευτο αλλά συνέβαινε εκείνη τη στιγμή στο σπίτι μου. Έπρεπε να ηρεμήσω και να βρω τρόπο να κερδίσω χρόνο. «Δεν σε πιστεύω, Χαρούλη. Αποκλείεται να είσαι ο Χάρος.»

«Ποιόν περίμενες; Τη Βέφα; Ή τον Μαμαλάκη;»

«Ξέρω γω, ρε παιδί μου. Κάτι σου λείπει, κάτι δεν είναι σωστό.»

«Τι λες τώρα; Απ' όλα έχω. Και μαύρη κάπα, και μαύρα ρούχα, και κάτασπρο πρόσωπο και δρεπάνι.»

«Μπράβο, ρε γαμώτο. Κι έψαχνα να βρω πως το λένε.»

«Τώρα τι πρόβλημα έχεις;» με ρώτησε ανυπόμονα.

«Δε μπορώ. Μου ήρθε ξαφνικό. Δώσε μου λίγο χρόνο. Μια μέρα μόνο. Εικοσιτέσσερις ώρες,» τον παρακάλεσα

«Σ' έχω συμπαθήσει, αλλά δεν μπορώ. Εντολές της διεύθυνσης

«Έλα, Χαρούλη. Αφού είσαι μια χαρά παιδί, φαίνεται. Δεν μπορούμε να βρούμε κάποια λύση;»

«Με τίποτα. Τι θες δηλαδή; Να το παίξουμε στο σκάκι;»

«Παίζεις σκάκι;»

«Εννοείται. Από τα αγαπημένα χόμπι της διεύθυνσης. Όλοι οι μαθητευόμενοι το μαθαίνουν, αν ονειρεύονται καριέρα.»

«Κρίμα, ρε γαμώτο. Δεν ξέρω σκάκι. Τι θα 'λεγες για τάβλι;» του αντιπρότεινα, γιατί ήξερα πως το σκάκι δεν ήταν από τα δυνατά μου σημεία. Για την ακρίβεια, τελευταία φορά που είχα κερδίσει στο σκάκι ήταν στην πενταήμερη, όταν έπαιξα με το Χρήστο το ζαβό. Τότε που είχαμε κάψει το σούπερ-μάρκετ του Βερόπουλου («είναι κεφάτη, γυρίζει απ' του Βερόπουλου», μας είπαν, και δε μας άρεσε). «Έλα τώρα.»

«Τάβλι;» μου είπε με ύφος διστακτικό.

«Ναι, τάβλι,» και πριν προλάβει να το ξανασκεφτεί, έβγαλα το τάβλι που φύλαγα κάτω από το κρεβάτι. Το είχαμε για τις δύσκολες μέρες της Δωροθέας. Άνοιξα το κούμπωμα και άρχισα να στήνω τα πούλια.

«Καλά,» είπε συγκαταβατικά ο Χαρούλης.

Μέσα μου, μια ελπίδα άρχισε να γεννιέται.

Monday, September 3, 2007

Ο Ναός του Δία στην Ολυμπία.

Το Άγαλμα του Ολυμπίου Διός ήταν από τα πιο μεγαλοπρεπή μνημεία που κατασκευάστηκαν στην αρχαιότητα. Φιλοτεχνήθηκε από τον διάσημο γλύπτη της εποχής, Φειδία γύρω στο 430 π.Χ. και τοποθετήθηκε ως λατρευτικό άγαλμα στο Ναό του Δία στην Ολυμπία. Ο καθήμενος Δίας ξεχώριζε μέσα στον ναό και σύμφωνα με εκτιμήσεις έφτανε τα 12 μέτρα σε ύψος. "Ήταν σαν να ύψωνε ο Δίας το ανάστημα του" γράφει σε μια αναφορά του ο Έλληνας γεωγράφος Στράβωνας τον 1ο αιώνα π.Χ. Στην αρχαιότητα το κολοσσιαίο άγαλμα συμπεριλαμβανόταν στα Επτά Θαύματα του κόσμου.

Το χρυσελεφάντινο άγαλμα του Δία επισκευάστηκε από το γλύπτη Δαμοφώντα το Μεσσήνιο κατά το α΄ μισό του 2ου αι. π.Χ., την εποχή που επικρατούσαν κλασικιστικές τάσεις στην Ελληνιστική Γλυπτική. Μετά την κατάργηση των Ολυμπιακών Αγώνων το 393 μ.Χ. το άγαλμα μεταφέρθηκε το 394 μ.Χ., στην πρωτεύουσα της Βυζαντινής αυτοκρατορίας, στην Κωνσταντινούπολη, όπου και εικάζεται ότι καταστράφηκε από φωτιά το 475 μ.Χ.

Το άγαλμα φιλοτεχνήθηκε από ελεφαντόδοντο, το οποίο εμποτιζόταν απο ένα ειδικό υγρό για να μπορεί να σφυρηλατηθεί και να μην αποξηρανθεί. Ο Δίας καθόταν σε έναν θρόνο που ήταν κατασκευασμένος απο ελεφαντόδοντο, χρυσό, έβενο και άλλες πολύτιμες πέτρες. Στο δεξί του χέρι ο Δίας κρατούσε ένα μικρό άγαλμα της θεάς Νίκης και στο αριστερό του ένα δεμάτι με κεραυνούς, που ήταν το σήμα κατατεθέν του θεού. Επισκέπτες όπως ο Αιμίλιος Παύλος, νικητής επί των Μακεδόνων, έμεινε έκπληκτος από την μεγαλοπρέπεια του αγάλματος και από την τελειότητά του.